Θεόδωρος Κολοκοτρώνης, ο “Γέρος του Μωριά”!

“Εγεννήθηκα εις τα 1770, Απριλίου 3, την δευτέραν της Λαμπρής.
Εγεννήθηκα εις ένα βουνό, εις ένα δένδρο αποκάτω, εις την Παλαιάν Μεσσηνίαν, ονομαζόμενον Ραμαβούνι.
Όταν εγλύτωσα από την Καστάνιτσα ήμουν χρόνων 10
Διαμονή Μάνης χρόνια 2
Εις την Αλωνίσταινα χρόνια 3
Εις τα Σαμπάζικα χρόνια 12
Εποχή νεότητος, 5 χρόνια ανύπανδρος και αλλους 7 χρόνους υπανδρευμένος, 27 χρόνους είχα όταν με επρωτοκυνήγησαν.
Αρματωλός και κλέφτης αλληλοδιαδόχως χρόνια 5
Φερμάνι Βασιλικό δια εμένα και τον Πετιμεζά στα 1802 3
Το δεύτερο φερμάνι τον Ιαναουάριον 1806, και το Πατριαρχικό Συνοδικό 3
36 χρονών ήμουν όταν επήγα εις την Ζάκυνθο, 50 χρόνους είχα όταν εβγήκα εις την επανάστασι.”

Γιος του κλεφτοκαπετάνιου Κωσταντή Κολοκοτρώνη και της Ζαμπίας Κωτσάκη, κόρης του προεστού της Αλωνίσταινας.

Θ. Κολοκοτρώνης-Η όψη του

“Αδύνατη και μαυριδερή, μάτια βαθουλά, ματιά σκληρή και δυνατή, μεγάλο μουστάκι μαύρο, γερακωτή μεγάλη μύτη, μαλλιά μακρυά κυματιστά (τσαμπάς). Μικρό κόκκινο φέσι στραβοφορεμένο. Τέλος πρόσωπο που χτυπάει και ξαφνίζει, και που του κάκου θα γύρευε κανείς να βρη σ’ έναν Ευρωπαίο το ταίρι του”. (Olivier Voutier, γάλλος στρατιωτικός και φιλέλληνας)

-Σκοπελοπρόσωπος! Ετσι ονομάζεται από τον ποιητή Π. Σούτσο ο Κολοκοτρώνης. Μ’ αλλα λόγια η όψη του η αγριωπή, η σκαμμένη από των καιρών το πέρασμα, η χαλασμένη από του πολέμου την οργή, η ανήσυχη από του νου την αστραπή, πούφεγγε στη ματιά του άσβυστη, έμοιαζε με βράχο που τονε δέρνουνε τα κύματα. (Π. Σούτσου, λόγος πανηγυρικός, 1846)

Ο Ιωάννης Φιλήμων σκιαγραφεί τον Κολοκοτρώνη:
“Ειδική εν γένει και απαράβλητος μορφή Άρεως, κεφαλή μεγάλη, μακρά, μεγαλόκομος και πλοκάμω αρχαϊκώ εστεφανωμένη, οφθαλμοί αετού και ομμάτων επιβολή ζωηρά, ατενής και ουδόλως καμμύουσα, μέτωπον ευρύ και ομαλόν, οφρύς δασεία και επίβλεφάρων καταπίπτουσα ως παρωροφίς, παρειών έδαφος βραχώδες, ριν γρυπή,, στόμα μακρόν, χείλη παχέα, σιαγών μετρία, φωνή βροντώδης και χρώμα μελανόν, ιδού ο ευμεγέθης και ευπαγής Θεόδωρος Κολοκοτρώνης του 1821, γεγονώς δύο και πεντήκοντα έτη….
Λεπτότης δε φρενών, ευσέβεια προς τον Θεόν, θάρρος πατριωτικόν, πνεύμα στρατιωτικόν, γνώσις προσώπων και τόπου ακριβής, λόγου εύροια, χείρες αγναί και αναίμακτοι, δραστηριότης και ευκινισία, συναίσθησις και χαρακτήρ πιστός, αρχαϊκή αγωγή και λιτότης εν πάσι, καρδία αγαθή, δημοτικότης μετά σοβαρότητος, επιμονή και υπομονή, μυθοποιϊα απαράμμιλος και αστειολογία επιτυχής, σωφροσύνη, παρελθόν έντιμον και εγκάρδιος προς την ελευθερίαν της πατρίδος προσήλωσις, ιδού ο ηθικός Θεόδωρος Κολοκοτρώνης….
Μετά του άκρου πελοποννησιασμού ήνωνε και το μήτε λαμβάνειν, μήτε δίδειν πώποτε. Ηγάπα υπερβαλλόντως και ετραγώδει ευφώνως τα κλεπτικά άσματα, ου μόνον καθ’ έξιν, ως ανήκων τω συστήματι των αρματωλών, αλλά και κατά προτίμησιν, τόσω οικείαν εν εποχή πολέμου. Εμίσει τας περιπλοκάς, ας ωνόμαζε “πλακάκια”, και απέφυγε τόσω μάλλον, όσω εγνώριζεν αδύνατον εαυτόν, όπως εννοή κατά βάθος και προλαμβάνη ταύτας. Ο μόνος δε υπέρ πάντας τους οπλαρχηγούς διακρινόμενος φυσικός ρήτωρ…….και μετά πολλού σεβασμού και πίστεως παρά των στρατιωτών ηκούετο, εντελώς εννοούμενος δια της δημώδους αυτού γλώσσης και της προεφυστάτης προσαρμογής παραβολών, ων επλούτει…..
Εαν ήτο νους γενικώτερος, μετείχε δε παιδείας, ουδ’ εκυριεύετο υπό οξυθυμίας, ήθελεν είσθαι ο τελειότερος της εποχής ανήρ, ον η Ελλάς εζήτει……
Ομολογήσωμεν όμως ότι από του 1807 έτους, καθ’ ο εξέλιπον καταστραφέντες οι αρματωλοί της Πελοποννήσου, η Θεία πρόνοια διετήρησεν εν τη Επτανήσω τον άνδρα αυτόν ως παρακαταθήκην ιεράν της πατρίδος μέχρι των ημερών, καθ’ ας προώρισται η γενική επανάστασις και εκδίκησις κατά των τυράννων…”.

Επίσης ο Φιλήμων αναφέρει ένα ημιτελή χειρόγραφο του Κωνσταντίνου Κολοκοτρώνη γιού του Γέρου με ημερομηνία 29 Αυγούστου 1840, όπου υπάρχει καταγεγγραμένος ο ακόλουθος διάλογος μεταξύ πατέρα και γιού:


“ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ: Που εγεννήθης, πατέρα;
ΘΕΟΔΩΡΟΣ: Εγγενήθηκα εις τον καιρόν της πρώτης επαναστάσεως της Πελοποννήσου.
Κ. Ποίον έτος;
Θ. Εις τα 1770 απριλίου 3. Ήταν φευγάτος ο κόσμος εις τα βουνά εξ αιτίας της επαναστάσεως, και εγεννήθηκα εις ένα βουνό υποκάτω εις ένα δένδρον.
Κ. Πως το λέγουν το βουνό εκείνο, και εςι ποίον μέρος;
Θ. Εις το χωρίον Μπούγα επαρχίας Ανδρούσης. Το βουνό ονομάζεται “Του Ράμα το βουνί”. Όταν εγεννήθηκα, επήγεν τα συγχαρίκια εις τον πάππον μου τον Γιάννην, και είπεν ο πάππος μου: ¨Τούτο το παιδί θέλει πανδρευθή και κάμει παιδιά και εγγονούς, και πάλιν φράγκικο δεν θα γίνη”. (Φράγκικο εννοούσεν ελευθερία).
Κ. Πόθεν κατάγεται η οικογένεια μας;
Θ. Κατάγεται από ένα χωριό ονομαζομενον Ρουπάκι, επαρχία Λεωνταρίου. Αυτό το χωριό εχάλασεν εις το πρώτον τούρκικον, και οι κάτοικοι του εσκορπίσθηκαν και εγλύτωσαν, όσοι εγλύτωσαν, εις διάφορα μέρη.
Κ. Τι εννοείτε με το “πρώτον τούρκικον;”
Θ. Οι Τούρκοι ήλθαν τρεις φοραίς εις τον Μορέα, και εις την πρώτην φοράν εχάλασαν αυτό το χωριό, ειναι παλαιά χαλασμένο.
Κ. Πόθεν το ηξεύρετε;
Θ. Τότε δεν ήτον ιστορίαι, αλλά πατροπαράδοσις το έχομεν, ότι ένας απ’ εκείνους τους κατοίκους έφυγε και επήγεν εις το Λιμποβύσι.
Κ. Πως έλεγον το όνομα του;
Θ. Δεν το ηξεύρω.
Κ. Ο θείος μου ο Μάρκος Κολοκοτρώνης με είπε προπέρυσιν, ότι είχεν ακουστά από τους παλαιούς και μάλιστα από ένα, οπού επρόφθασεν 115 ετών, όταν ήτον παιδί, ότι τον προπάτορα μας αυτόν τον έλεγον Τριανταφυλλάκον.
Θ. Ημπορεί. Εγώ δεν το ενθυμούμαι. Ηξεύρω, πως αυτός έφυγεν εις το Λιμποβύσι, και εκεί εμισθώθη κοντά εις ένα πρωτοοικονόμον, και αυτός, αφ’ ου τον είδε πολύ έξυπνον, τον έκαμε γαμβρόν…….

Κ. Πόσων χρόνων ήσουν, όταν απέθανεν ο πάππος σου Ιωάννης Κολοκοτρώνης;
Θ. Δύο χρονών.
Κ. Λοιπόν θα ήτον ολίγον έπειτα από την Επανάστασιν του 1769.
Θ. Βέβαια. Τότε ο υιός του Κωνσταντίνος και τα λοιπά παιδιά του αναεχώρησαν από το Πεταλίδι, και ήρχισε να εκδικήται τους Τούρκους.
Κ. Η φαμελιά μας ήτον πτωχή ή πλούσια;
Θ. Πάντοτε ήτον δυνατή και πλούσια. Τα πλούτη όμως τότε δεν ήτο εις χρήματα, αλλ’ εις τα πολλά άλογα, φοράδαις, προβατα και τέτοια, και από αυτά ειχε πάντοτε πολλά ακι ολίγα γρόσια μετρητά. Ήτον εις ολίγα λόγια η πρώτη…….”

Ο Γεώργιος Τερτσέτης στα προλεγόμενα του στο βιβλίο με τα “Απομνημονεύματα” του Κολοκοτρώνη:
“Ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης ως ιστορικός καταγράφεται με τους πολλούς όσοι ιστόρησαν πολέμους Ασίας και Ευρώπης, αλλ’ ως Έλληνας έρχεται μου φαίνεται τρίτος Ομήρου και Ηροδότου. Ομοιάζουν οι τρεις, ως τρεις ακτίναις ενός κέντρου φωτεινού, έχουν οι τρεις πατρίδα την Ελλάδα, θέμα πόλεμον Ευρώπης εναντίον Ασίας, ομιλούν την Ελληνικήν φωνήν, καθένας την φωνήν του αιώνος τους, καίονται από το πνεύμα του, η φωνή τους είναι ψωμωμένη ως να ελέγαμεν από την φωνήν προγενέστερου καιρού, όχι είδωλον της φαντασίας του, ομοιάζει ένας του άλλου και εις την άλυσον της ιδέας και την παράστασιν των ιστορημένων πραγμάτων. Εις τον πεζόν λόγον του Ηροδότου σημαίνει η λύρα του Ομήρου, ακούς το Μήνιν άειδε Θεά, ως εις την διήγησιν του Κολοκοτρώνη, όταν επέτυχα γνήσια να την αρπάξω από τα χείλη του, ακούς τα Τρία πουλάκια κάθονται.
Κατώτερος ο Κολοκοτρώνης από τους δυο προγενέστερους του εις την τέχνην, όσον πάλι επειδή όσα έπραξε αυτός και οι συνόμοιοι του διηγείται, πριν τα γράψει με το κοντύλι τα εχάραξε με το σπαθί του, καύχημα που δεν έχουν οι άλλοι δύο. Ομοιάζει τω όντι ως ο Αγαμέμνονας, ο Οδυσσέας ή ο Διομήδης να ήθελε γράψουν το στρατιωτικόν τους ημερολόγιο, και να εσώζετο, αν κατά τύχην δεν σώζεται και αυτό εις το πολύτιμον χαρτοφυλάκιον του Σιμωνίδου”.

Μαρίνα Διαμαντοπούλου-Τρουπή

2 Απριλίου 2021