Το Πανηγύρι της 23ης Αυγούστου στη Κοκκινοράχη (Μπούζα) Ηραίας Γορτυνίας

Αύγουστος! Ο ομορφότερος μήνας του χρόνου και ο πιο αγαπημένος για τον πολύ κόσμο.
Η Ελλάδα όλη γιορτάζει και ιδιαίτερα η ελληνική περιφέρεια την Κοίμηση της Θεοτόκου.
Το Πάσχα του καλοκαιριού όπως λέγεται. Τα χωριά μας ζωντανεύουν. Σμίγουν οι πατριώτες. Ακολουθεί η γιορτή της Απόδοσης της Κοίμησης της Θεοτόκου που σημαίνει η μετά οκτώ μέρες επανάληψη της γιορτής, αλλά ο λαός μας το έχει συνδυάσει με τα «εννιάημερα»,το μνημόσυνο που κάνει στους αποθανόντες συγγενείς εννιά ημέρες μετά , γι’ αυτό η γιορτή της Παναγίας στις 23 Αυγούστου αποκαλείται λαϊκά «Της Παναγιάς τα εννιάημερα». Την ημέρα εκείνη πανηγυρίζει και ο ιερός ναός της Παναγίας στη κάτω πλευρά του χωριού Κοκκινοράχη (Μπούζα) .Ο άλλος ναός, στο κέντρο του χωριού, είναι αφιερωμένος στα Εισόδεια της Θεοτόκου και γιορτάζει στις 21 Νοέμβρη.
Το Αυγουστιάτικο πρωινό ξημέρωσε και, όπως κάθε χρόνο, άρχισαν να καταφτάνουν προσκυνητές απ’ όλα τα γειτονικά χωριά. Από Λυσσαρέα, Αετορράχη, Παλούμπα, Αράπηδες, Όχθια, Σαρακίνι , Αγάλω ,Φαναράκι ,Λουτρά κ.α . Από παλιά, στα γύρω χωριά, έλεγαν :
Της Παναγιάς τα εννιάημερα στου Μπούζα πανηγύρι !
Μας τιμούν με την παρουσία τους για δεκαετίες ολόκληρες και γι’ αυτό τους ευχαριστούμε πολύ.
Γέμισε η μικρή εκκλησία από κόσμο. Πολλοί παρακολούθησαν ευλαβικά τη λειτουργία από τον περίβολο του ναού κάτω από τους ίσκιους των δένδρων. Τα λουλούδια του καλοκαιριού και η βάγια στόλιζαν την εικόνα της Παναγίας και την είσοδο του ναού με τη φροντίδα γυναικών του χωριού από τη παραμονή της γιορτής. Ο σύλλογος είχε φροντίσει για το καθαρισμό του χώρου.

Στο φετινό εορτασμό είχαμε μια ωραία Θεία Λειτουργία που τέλεσαν οι δύο ιερείς ,ο παπα-Γιώργης Γιαννόπουλος από το Χρυσοχώρι και ο παπα-Ηλίας Λαμπρόπουλος από την Αετορράχη με τη βοήθεια ικανότατων ψαλτών, του κ. Γεωργίου Ιωαννίδη γαμπρού από Λυσσαρέα, του κ. Αθανασίου. Φίλανδρου πρώην προέδρου Δημ. Συμβουλίου Βιλλίων Αττικής και πολιτευτή στο υπόλοιπο Αττικής και του κ. Γεωργίου Λουμιώτη παρέδρου Λουτρών. Αισθητή η απουσία εφέτος του επί χρόνια ιερέα μας, του παπα-Παναγιώτη Παπαπανάγου από Αετορράχη, που αποδήμησε εις Κύριον στις αρχές του χρόνου.
Πραγματοποιήθηκε αρτοκλασία, απαραίτητο στοιχείο στην εορταστική ημέρα. Τους άρτους προσέφεραν ευσεβείς πατριώτες υπέρ υγείας των οικογενειών τους.
Με το σχόλασμα της εκκλησίας το προαύλιο γέμισε από κόσμο που αντάλλασσε ευχές για «χρόνια πολλά», «Η Παναγία βοήθεια», «και του χρόνου» κ.ά.
Η πανηγυρική ατμόσφαιρα συνεχίστηκε στο διαμορφωμένο χώρο του γλεντιού κάτω από τους ίσκιους των πλατάνων ,των ακακιών και της μεγάλης βελανιδιάς. Οι πανηγυριώτες, παρέες –παρέες κάθισαν στις τραπεζαρίες για τη συνέχεια της εορτασμού.
Ανάμεσα τους ήταν ο Δήμαρχος Ηραίας κ. Σταύρος Χριστόπουλος , η Δημοτική Σύμβουλος & Αντιπρόεδρος του Ορειβατικού Ομίλου «Η ΓΚΟΥΡΑ» κ. Ελένη Θανοπούλου ο Πρόεδρος της Αδελφότητας Παλουμπαίων Παναγιώτης Γιαννόπουλος, ο πρώην Πρόεδρος της Αδελφότητας Παλουμπαίων και μέλος του ΔΣ της Παναρκαδικής Ομοσπονδίας Αλέξανδρος Λιακόπουλος, το μέλος του ΔΣ της Αδελφότητας Παλουμπαίων Ιωάννης Νικολόπουλος που τραγούδησε κιόλας, ο ταμίας του ΔΣ του συλλόγου Λυσσαρεωτών Φώτης Κουτσολαμπρόπουλος, ο συμπατριώτης μας Πρόεδρος του συλλόγου Ηραιατών Κορίνθου κ. Παναγιώτης Μακρής, ο Πρόεδρος του Συλλόγου Φαναρακιωτών κ. Νίκος Καραμάνης. Επίσης ο Πάρεδρος του τοπικού συμβουλίου Λουτρών κ. Γεώργιος Λουμιώτης και από το τοπικό συμβούλιο Οχθίων Νικόλαος Ηλιόπουλος.
Η προμήθεια και η διάθεση του φαγητού είχε ανατεθεί στον κ. Φώτη Μητρόπουλο από του Ράφτη. Κρατώντας την γνήσια τοπική παράδοση πρόσφερε ντόπιο βραστό κρέας αλλά και σουβλάκια που τα προτιμούν οι νεότεροι.

Την τροφή της ψυχής μας, τη ψυχαγωγία, είχε αναλάβει ο κλαρινίστας Δημήτρης Ρέππας και η ορχήστρα του. Ο Δημήτρης Ρέππας, λες και έχει υπογράψει ένα αόρατο μυστικό διαρκές συμβόλαιο με την Κοκκινοράχη, μας διασκεδάζει στο πανηγύρι κάθε χρόνο συνεχώς και αδιαλείπτως από το 1981. Είκοσι οκτώ χρόνια! Να είναι καλά!

Ο Πρόεδρος του Συλλόγου Κοκκινοραχιτών κ. Γεώργιος Διαμαντόπουλος καλωσόρισε και ευχαρίστησε όλους τους πανηγυριώτες, προσφώνησε τους επισήμους και ενημέρωσε για τη λαχειοφόρο αγορά που έγινε με την υποστήριξη του συλλόγου και με σκοπό να συγκεντρωθούν χρήματα για τη συντήρηση των δύο εκκλησιών του χωριού.

Τα δώρα ήταν προσφορά του συλλόγου και των συμπατριωτών μας : Ηλία Γιαννόπουλου, Δημοσθένη Θανόπουλου, Φώτη Μητρόπουλου από Ράφτη, Ιωάννη Νικολόπουλου από Παλούμπα, κυρίας Λουμιώτη από Λουτρά.
Ο Πρόεδρος του συλλόγου, ως όφειλε, άνοιξε πρώτος το χορό δίνοντας το έναυσμα της διασκέδασης. Αντιλάλησε το κλαρίνο του Ρέππα στις γύρω λαγκαδιές, σημάδι ότι η Κοκκινοράχη αυτή τη μέρα γιορτάζει, έχει τη τιμητική της και το γλέντι άναψε, οι παρέες ήρθαν στο κέφι, η μία διαδέχτηκε την άλλη στο χορό και όλοι σιγοτραγουδούσαν τα γνωστά μας δημοτικά τραγούδια.

Το παναηγύρι το 1981

Οι θύμησες έρχονται αλυσιδωτά στη σκέψη χωρίς να τις προκαλεί κανείς, γιατί το ερέθισμα είναι δυνατό από την νοσταλγία και τη συγκίνηση. Τότε που ήμασταν παιδιά και περιμέναμε με λαχτάρα το πανηγύρι του χωριού μας σαν το κορυφαίο γεγονός της χρονιάς. Ράβαμε καινούρια ρούχα εμείς τα κορίτσια στη μοδίστρα του χωριού με ιδιαίτερο περίτεχνο σχέδιο σε ένα φτηνό ύφασμα , το «τσίτι» τις περισσότερες φορές και τα αγόρια έπαιρναν καινούριο κουστούμι. Η οικογένεια φρόντιζε να έχει αρκετό κρέας βραστό στο σπίτι γιατί μετά το τέλος του πανηγυριού φιλοξενούσε επισκέπτες- πανηγυριώτες από τα άλλα χωριά. Δεν άφηναν κανένα να φύγει από το χώρο του πανηγυριού αν δεν πήγαινε και από το σπίτι κάποιου συγγενή ή φίλου ή γνωστού. Ερχόντουσαν και οι συγγενείς από την Αθήνα πράγμα που μας έδινε περίσσεια χαρά. Συγκεντρώνονταν όλα τα μέλη της οικογένειας και έφταναν μαζί στην εκκλησία. Έπρεπε να εκπληρωθούν και τα τάματα της χρονιάς. Μεγάλες λαμπάδες άναβαν στη χάρη Της, οι δε μανάδες και γιαγιάδες φρόντισαν να «ζώσουν» την εκκλησιά με το κέρινο σχοινί όσες φορές είχαν τάξει.
Ο χώρος του πανηγυριού ήταν απέναντι από την εκκλησία καθώς περνάμε το ρεματάκι στην ανατολική πλευρά κάτω από τεράστιες καρυδιές. Στους ίσκιους των γύρω δένδρων ήταν δεμένα και περίμεναν υπομονετικά τα αφεντικά τους, τα άλογα και τα μουλάρια των επισκεπτών από τ’ άλλα χωριά έχοντας όλα στα σαμάρια τους υφαντές κουβέρτες και χεράμια για να μην λερώσουν οι ιδιοκτήτες τα γιορτινά τους ρούχα όταν τα καβαλίκευαν κατά τη διαδρομή.
Έστρωναν τις κουρελούδες και τα χεράμια ,κάθονταν κάτω ,άπλωναν το υφαντό τραπεζομάντιλο και έτρωγαν τη γίδα τη βραστή σερβιρισμένη στο λαδόχαρτο που μοσχοβολούσε δυόσμο και φρουσκούνι .Το βράσιμο γινόταν εκεί ,στο χώρο του πανηγυριού. Άναβαν τις φωτιές, τοποθετούσαν τις σιδεροστιές και πάνω τους τα λεβέτια με το κρέας. Γέλια ,χαρές, πειράγματα, κεράσματα, ανταμώματα συγγενών έκαμαν την ατμόσφαιρα πανηγυρική. Ο Μαυρέλιας ξεκίναγε το κλαρίνο και ο χορός φούντωνε με τους μερακλήδες πρωτοχορευτές «να σιώνται και να λυγιώνται» αριστοτεχνικά στους ήχους του και να «τα ακουμπάνε στα όργανα». Εμείς τα παιδιά, με ανυπομονησία περιμέναμε να αγοράσουμε κανένα γλυκό του Μπαξεβάνου , τα γνωστά σιροπιαστά «Λούσιος» ή κανένα παιχνιδάκι τα αγόρια από τον Παντόλιο από τα Όχθια και τα κορίτσια τσατσάρες και ψευτοκοσμήματα.
Ύστερα διψάγαμε και τρέχαμε στη βρύση του κάτω χωριού να δροσιστούμε. Μερικές φορές κατεβαίναμε μέχρι τα αμπέλια και κόβαμε τα πρώτα σταφύλια, τα λεγόμενα «πρωτολούβια», τρώγαμε καμιά ρόγα γλυκιά γιατί συνήθως ήταν ξινά και «τα κάναμε με γειά».
Καθώς προχωρούσε το γλέντι, κατά κανόνα ο επίτροπος της εκκλησίας ή κάποιος άλλος που είχε την ικανότητα να δημοπρατήσει γύρναγε τις παρέες και έβγαζε σε δημοπρασία τα αφιερώματα των πιστών που ήταν γι’ αυτό το σκοπό. Συνήθως είχαν αφιερώσει κάποιο ζωντανό από το κοπάδι τους . Αυτό όμως που μου άρεσε πιο πολύ ήταν η κουλούρα ειδικά φτιαγμένη και αφιερωμένη στη χάρη Της από κάποια καλονοικυρά για την εορταστική ημέρα , με περίτεχνα σχέδια, στολισμένη με λουλούδια, τριαντάφυλλα, κατιφέδες και τσετσέκια που κρατούσε ψηλά ο επίτροπος και δημοπρατούσε για να μαζευτούν χρήματα για την εκκλησία. Τη «χτυπούσαν» και αυτός που έδινε τη μεγαλύτερη τιμή την έπαιρνε. Το ερέθισμα για να θυμηθώ το έθιμο της κουλούρας μου το έδωσε η υπέροχη κίνηση της κυρίας Λουμιώτη από τα Λουτρά που πρόσφερε εφέτος μια κουλούρα ιδιαίτερα περιποιημένη και μπήκε στη λαχειοφόρο αγορά

Από τότε που ήμασταν μικρά παιδιά ακούγαμε τους μεγαλύτερους να διηγούνται το μύθο με το θαύμα της Παναγίας. Σύμφωνα με τον τοπικό θρύλο, σ’ αυτή την εκκλησία κατάφυγε ο τσοπάνος, κυνηγημένος από τους διαβόλους όταν τους πείραξε και τους προκάλεσε στο σημείο που κατοικούσαν σύμφωνα με το μύθο, στου Μπούζα το Γεφύρι. Ζήτησε από την Παναγία να τον προστατεύσει και εκείνος θα πρόσφερε στη χάρη Της σαράντα προβατίνες.
Η Παναγία έκανε το θαύμα Της . Άνοιξε τη πόρτα και έδιωξε τους σατανάδες.
Ο τσοπάνος, στις 23 Αυγούστου που γιόρταζε η εκκλησία εκπλήρωσε το τάμα του και έφερε 40 προβατίνες. Άρχιζε να σφάζει αλλά φτάνοντας στην ένατη προβατίνα τα μαχαίρια του έσπαζαν ανεξήγητα, το ένα μετά το άλλο. Εκείνος το θεώρησε θέλημα της Παναγίας, γι’αυτό σταμάτησε, έκανε το σταυρό του και την ευχαρίστησε ευλαβικά.
Οι θύμησες λοιπόν ήταν αναπόφευκτες, καλοδεχούμενες και γεμάτες νοσταλγία.

Το φετινό πανηγύρι συνεχίστηκε μέχρι αργά το μεσημέρι στους ίσκιους . Απομείναμε η τελευταία παρέα. Το κέφι παρέμενε αμείωτο. Ο Kώστας ο Διαμαντόπουλος προσκάλεσε το Δημ. Ρέππα στο τραπέζι μας και όλοι μαζί με συνοδεία του κλαρίνου τραγουδήσαμε προς αγαλλίαση της ψυχής μας:

Ο κάμπος επρασίνισε απ’ τα πολλά λελούδια
Και συ δεν βγαίνεις να σε ιδώ γειτόνισσα καινούρια
Έβγα στ’ αγνάντιο στο χωριό τι εγώ μέσα δε μπαίνω
Την αηδονολαλιά σου ακώ και πέφτω και πεθαίνω…….

Και το καθιστικό:

Εμείς καλά τον ήβραμε τον σπιτονοικοκύρη
Με τα φαγιά με τα πιοτά με τις καλές κουβέντες
Να τον πολυχρονήσουμε χρόνους πολλούς να ζήσει….
Για σε τα λέω τούτα κι αν θέλεις άκουστα, πάρε χαρτί και πέννα κάτσε και γράψε τα.

Στην υγειά μας! Να ‘μαστε καλά!
Να κρατάμε τη παράδοση ζωντανή σε συνδυασμό με την ανάπτυξη, τη πρόοδο και τη καλυτέρευση της ζωής του τόπου μας. Το πανηγύρι της Κοκκινοράχης είναι από τα λίγα πανηγύρια πια της περιοχής μας που διατηρεί παραδοσιακό χαρακτήρα σε δυο βασικά του στοιχεία: Πραγματοποιείται στο περίβολο της εκκλησίας αμέσως μετά τη λήξη της Θείας Λειτουργίας και διαθέτει στο κόσμο τη τοπική σπεσιαλιτέ και όλης της ορεινής Αρκαδίας, την γίδα τη βραστή. Στα περισσότερα χωριά πλέον τα πανηγύρια ή οι άλλες μουσικές εκδηλώσεις γίνονται το βράδυ και προσφέρονται φαγητά που τα συναντά κανείς σ‘ όλη την Ελλάδα. Ήθη, έθιμα, γεύσεις, μουσικές είναι όλα τους στοιχεία που συνθέτουν το λαϊκό μας πολιτισμό και καθορίζουν την ταυτότητα του κάθε τόπου.
Ας κρατάμε ζωντανά κάποια τέτοια πανηγύρια παραδοσιακού χαρακτήρα στην περιοχή μας, για να διατηρήσουμε και την πολιτιστική μας ταυτότητα. Ότι καλό έχουμε κληρονομήσει από την παράδοση πρέπει να το φυλάμε, να το αναδεικνύουμε και να το παραδίδουμε στις επόμενες γενιές.

Και του χρόνου!

31/8/2009

Μαρίνα Διαμαντοπούλου-Τρουπή